- νηπαθής
- νη-πᾰθής, ές,A = νηπενθής, Opp.C.2.417.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
νηπαθής — νηπαθής, ές (Α) νηπενθής. [ΕΤΥΜΟΛ. < στερ. πρόθημα νη * + παθής (< θ. παθ , πρβλ. ἔ παθ ον, αόρ. β τού πάσχω), πρβλ. α παθής, δυσ παθής] … Dictionary of Greek
νηπαθές — νηπαθής masc/fem voc sg νηπαθής neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νη- — ν , νε , νω , να (Α) ανάγεται σε ΙΕ στερητικό πρόθημα *ne , που εμφανίζεται κυρίως στη συνεσταλμένη του βαθμίδα *n , η οποία έδωσε στην Ελληνική και το στερητικό πρόθημα α *. Σε άλλες ΙΕ γλώσες η απαθής βαθμίδα *ne χρησιμοποιήθηκε ως ανεξάρτητο … Dictionary of Greek